«Στραφείτε, κοιτάχτε γύρω σας, σκύψετε, κοιτάχτε τη ψυχή σας. Τί μίσερο περπάτημα, τί αναντρία, τί φρόνιμοι συφεροντολόγοι υπολογισμοί! Ένα γραμμάρι χρυσάφι είναι αξεδιάλυτα μπλεγμένο, τυλιγμένο σ’ένα τόνο σκουριές[...] Κι αντίθετα: Κι η πιο μεγάλη σου ατιμία είναι κρυφά βουτημένη στο κλάμα. Κλέφτεις, μοιχεύεις, σκοτώνεις, λες ψέματα, και, χωρίς να το θες ή να το ξέρεις, απο μέσα σου ή απόξω, κοκκινίζεις. Πάντα απομένεις μίσερος[...] Και γι’ αυτ’ο νιώθουμε ανεξήγητη ανακούφιση στο τέλος της τραγωδίας. Μιαν παράξενη συμφιλιώση με τη Δύναμη που σκοτώνει. Συμφιλίωση μονάχα? Μπορεί, θαρρώ, κι ευγνωμοσύνη. Γιατί η Δύναμη αυτή πρώτη φορά μας δίνει την ευκαιρία να μαντέψουμε, βλέποντας τον ήρωα να συντρίβεται όρθιος κάτω απο το βάρος αλάκερου του Σύμπαντου, πως η ψυχή του αθρώπου πρέπει να’ ναι κάτι φοβερό, και μέσα στη ψυχή του αθρώπου μια άλλη δύναμη, πιο φοβερή ακόμα, όλο ποιότητα, που καταφρονάει, και πέρα απο το θάνατο, την τυφλή, όλο αξίωση και χτηνωδία, ποσότητα.»
Ο Καζαντζάκης, πιστεύκει ότι μπροστά στο φόβο εν πρέπει να στρουθοκαμηλίζουμε. Ότι το πιο αγνό πράμα που μπορούμε να κάμουμε σαν αθρώποι, εν να σηκώσουμε το βλέμμα τζαί να κοιτάξουμε τον φόβο κατάμματα. Λαλεί ότι στις τραγωδίες, όπως της αρχαίες Ελληνικές ή του Σαίξπηρ, πάντα υπάρχει ο ήρωας που καταστρέφεται, διαλύεται, που πράξεις όι μόνο δικές του αλλά τζαί ανυπέρβλητες δυνάμεις πέραν του ελέγχου του. Εξηγά ότι ούλλοι ζούμε, λλίο νερόβραστα, χλιαρά τις ζωές μας. Ούτε πάνω, ούτε κάτω. Έχουμε καλές στιγμές τζαί κακές στιγμές, αλλά πάνω που’ ούλλα είμαστε σε μια ευθεία. Πιστέφκει ότι είμαστε ικανοί για παραπάνω. Πιστέφκει στον άθρωπο. Πράμα σπάνιο σήμερα. Ίσως να μεν επίστεφκε ακόμα αν εζούσε σήμερα. Σήμερα που «φτάσαμε που εκατό δρόμους στα όρια της σιωπής» που λαλεί τζαί ένας ποιητής. Ο ίδιος θέλει να θωρεί τους αθρώπους να πέρνουν φόρα προς ένα τοίχο, που πίσω κρύφκεται ένας ωραίος κήπος, η αλήθκεια, η ολοκλήρωση, τα όρια του αθρώπου που πλέον εν να έχουν ξεπεραστεί, τζαί που προσπαθούν να τον σύρνουν κάτω. Ξέρει ότι οι πιο πολλοί-αν δοκιμάσουν- εν να αποτύχουν, αλλά εν τους θεωρεί χαμένους. Εν η απαραίτητη θυσία για να πετύχει το σύνολο. Να πετύχει να ζεί ο άθρωπος καταπληκτικά, σε ένα ρυθμό τζαί με έναν τρόπο που εν έζησε ποττέ. Σαν ένα τεράστιο ερείπιο χωρίς ελπίδα, που το ξέρει τζαί ευχαριστιέται το, ή σαν ένας μεγάλος, σοφός δάσκαλος της ζωής.
Τον Καζαντζάκη αγαπώ τον. Αν εζούσε εν να επίεννα να τον βρώ. Να του πιάω το σσιέρι, να το φιλήσω, να φίω τζαι μετά να σκέφτουμαι σσίλια πράματα που εν να έπρεπε να του πω για να εντυπωσιαστεί. Αλλά εν ζεί. Τζαί με το πουπάνω πράμα που υποστήριζε διαφωνώ. Τζαί νομίζω εν εν κακό να διαφωνώ. Σίουρα εν να έθελε να άκουε τα επιχειρήματα μου, αν εζούσε τζαί αν με έξερε, τζαί έξερε πόσο σημαντικός εν για μένα, τζαί έξερε ότι διαφωνώ. Η αλήθκεια, μάλλον εν να τον απογοήτεφκα, τζίντον λάτρης της συζήτησης τζαί της κόντρας. Επειδή εν τζαί έχω τζαί τίποτε για να υποστηρίξω το ότι διαφωνώ. Αγαπώ τον άθρωπο, τζαί μπορεί να είμαι πολλά ρομαντικός, ή πολλά λλίο ρεαλιστής, αλλά εν θέλω να τον θωρώ να καταστρέφεται. Για μιαν ιδέα. Ή για ένα ιδανικό. Ειδικά στους τζαιρούς μας, που πίσω που κάθε ιδέα, όπως της πατρίδας ή του θεού κρύφκεται η απάτη τζαί το χρήμα. Ειδικά τωρά που είδαμε ότι ούλλες τζίνες οι ιδέες για τις οποίες επεθάναν σπουδαίοι αθρώποι, πολλά λλίες αποδώσαν τους καρπούς που είχαν υποσχεθεί. Οι μεγάλες μάχες νομίζω εδοθήκαν, ίσως για πάντα. Οι επόμενοι πολέμοι εν να εν ανούσιοι, οι επόμενες θυσίες περιττές, οι επόμενες νίκες πλαστές. Ίσως να εκάμαμεν το γυρώ μας? Ή ίσως να εν πολλά λλίη η φαντασία μου?
Τζίνες οι μάχες όμως, που περιγράφει ο Καζαντζάκης, μεταξύ φόβου τζαι ψυχής, που ο τραγικός ήρωας πλέον κατάκοιτος, γεμάτο αίματα πραγματικά ή μεταφορικά, στη μέση πραμάτων που ήταν αλλά εν θα ενι ποιον καταλάβει ότι έχασε, τζαί που συνάμα τζιαμέ εν η αποθέωση του, τζαί η άφιξη της μόνης νίκης που επλάστηκε για τζίνον, εν υπάρχουν ποιον. Τωρά υπάρχουν νίκες στη μάππα, στους Ολυμπιακούς αγώνες, σε τηλεπαιχνίθκια, σε στημένα ριάλιτι, σε ρεκόρ Γκίνες, σε βραβεία μουσικής αλλά όι τζίνες που μας δείχνουν «πως η ψυχή του αθρώπου πρέπει να’ ναι κάτι φοβερό» ούλλο ποιότητα, ενάντια στην απλόχερη, μέτρια, χλιαρή ποσότητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου