Τζιαμέ που περιμένεις το μάννα, έρκεται το κλάμα, τζιαι τζιαμέ που προετοιμάζεσαι για κλάμα, έρκεται το μάννα. Το μόνο που μεινίσκει τελικά εν να ζεις τζιαι να γελάς. Τζιαί το κλάμα του Θεού ένι.















































Τρίτη 20 Ιουλίου 2010

Το βάφτισμα του σσιουσσιούκκου

Επήα το Σάββατο στο πανα'ί'ριν της Αγιάς Μαρίνας τζαί τζιράς. Εν επήα για κάποιον θρησκευτικό λόγο,΄όπως τζαί ο πλείστος κόσμος που ήταν τζαμέ, Κυπραίοι, λάτρεις του λουκκουμά τζαί αλλοδαποί υπάλληλοι στο καζαντί.

Παλιά θυμούμαι που ήμουν δημοτικό, άκουα παναίριν τζαι έππεφτα σε επιληπτική κρίση που λέει ο λόγος. Εκστασιάζουμουν. Έρκουνταν στον νου μου σουσιούκκοι να κρέμμουνται τζαί μαχαζιά με τέλεια-κατά την τότε- γνώμη μου πράματα. Χα'ι'μαλιά για τον λαιμό με λεπίδες, σφαίρες, σταυρούς να κρέμουνται που μαύρα κορδονούθκια, τόξα των Ινδιάνων, μπιμπελό που εν ικανά να στείλουν οποιονδήποτε με φυσιολογική αίσθηση του στύλ στον τάφο, φο'ι'τσιάρικες κούκλες, ζωάκια, κασέττες του τότε 19ου Χατζηγιάννη, κούννες περίεργες, μετά έμαθα ότι ονομάζουνται μπραζίλ νάτς, κυδωνόπαστο και τα συναφή.

Μερικά χρόνια μετά, που φαίνουνται πολλά παραπάνω, ΤΙΠΟΤΕ ΕΝ ΑΛΛΑΞΕ! Οι ίδιοι αθρώποι πίσω που τον πάγκο του σουσσιούκκου (απλά μερικά χρόνια πιο μεγάλοι, μερικά εώς και πολλά κιλά πιο παχουλοί τζαί 1-3 μωρά παραπάνω (πάντα αγόρια), που έχουν σκεμπέ, μακριά μαλλιά τζαι σκουλαρίτζια τζαι ρωτούν, Άμανα, πόσα το κιλό? σαν πίνουν πόκα. Οι ίδιοι λουκκουματζίες με τότε, μόνο που τωρά μπορεί να έχουν έναν Πακιστανό ή καμιά Βουλγάρα να τηανίζει. Πάλε έσσιει 20 διαφορετικά στάντς που πουλούν τα ίδια τζαι απαράλλαχτα πράματα, ως προς την γεύση, την εμφάνιση, την τιμή, τη τοποθέτηση στον πάγκο κλπ. Πάντα φιλικός κόσμος που χωρίς πρόβλημα εν να σου κόψει ένα κομματούι σσουσσουκ να δοκιμάσεις, θα σου δώκει τζαί μια κουννούα τζαί με τα χαράς θα σου εξηγήσει τι εν το έψιμα τζαι πια η διαφορά του σκουρόχρωμου που του ανοιχτόχρωμου σσουσσούκκου.(πιάννετε ανοιχτόχρωμο).
Στο καζαντί πάντα η ίδια φανταστική ποικιλία πορσελάνινων κούκλων με τεράστια σγουρά μαλλιά, τσέστους, ψάρκα-σσιελόνες-πουλιά, μπουκάλλες ουίσκι(ή βίσκι), πίνακες με 3D τεχνολογία που (δεν) θα ζήλευε ο James Cameron, πούλλουκκι πινκ πάνθερ, τζαί αρκούδοι, βάζα φλόραλ για το σπίτι με χρυσές λεπτομέρειες, μπιμπελό μιας άλλης εποχής, σκονισμένα τζαί μαυρισμένα, του στύλ που έπιαννε σαν λάφυρο ο Σπύρος Σούλης στο Άλλαξε Το. Δαμέ αν άλλξε κάτι, εν η προσθήκη μάππων ποδοσφαιρικών ομάδων, τζαί η εμφάνιση του Γκάμι Μπέαρ, τρανή απόδειξη ότι το παναίρι εξελίσσεται (προς το καλύτερο/χειρότερο) τζαί ότι τα άλλα πράματα στο καζαντί εν εμείναν επειδή κανένας εν εβρέθηκε τα τελευταία 30 χρόνια που να τα έθελε, αλλά επειδή εν επίκαιρα.
Σαν εμπειρία εν ωραία να πάεις. Ειδικά σε μεγάλα παναίρκα που πάει κόσμος πολύς. Μες το κιτσαρκό θωρείς ένα πρόσωπο της Κύπρου, λλίον παραμορφωμένο που τον καπιταλισμό τζαί το made in China/Taiwan, παλιό, σχεδόν πατροπαράδοτο, παραδοσιακό, όπου τα γνήσια χαραχτηριστικά του Κυπραίου φκέννουν στην επιφάνεια, που ακόμα τζαί ο πιο δήθεν άθρωπος να πάει, εν να δώκει μια λάμψη αληθινή. Εν να αγοράσει μιαν κορτέλλα για τα μαλλιά, ένα παιχνίδι για το νιννάκι του, κάτι με έναν αέρα βίντειτζ τελοσπάντων... Εν σαμπώς τζαί ο σσουσσιούκκος έσσιει μια μαγική δύναμη να σύρνει τη μάσκα σου, να σε κάμνει να νιώθεις ελεύθερος, περήφανος που είσαι Κυπραίος, να σε σπρώχνει να δεχτείς την προσφορά του σσιουσσιούκκου ως αναγκαία, ως ιεροτελεστία Κυπραιοσύνης. Έτσι που το παναίριν γίνεται ξαφνικά η βάφτιση σου, η αναγέννηση σου. Η λαθκιά του λουκκουμά πέρνει κάτω τη λίγδα των Μαχτόνατς(McDonalds), η αλήθκεια τζαί η ειλικρίνεια στο βλέμμαν των αθρώπων, θκιώχνει το ψέμα, τη διαφθορά, την ανασφάλεια, που μας περικυκλώνουν στον "έξω κόσμο". Τζαί ξαφνικά, το κίτς καζαντί, γίνεται το πιο αληθινό πράμα στη ζωή σου τον τελευταίο τζαιρό.

2 σχόλια:

  1. Χτυπά κέντρο η περιγραφή σου, εμετάφερες το σπίριτ του παναϊρκού τέλεια! Τζαι ακριβώς όπως λές, μέσα στο κιτζαρκό που κυριαρχεί βκαίνει μια αυθεντικότητα, σε κεντράρει κάτω. Μπορεί να είναι τζαι ότι τα παιδικά μας χρόνια έχουν συνδεθεί με τούτες τις εμπειρίες εν αντίθεση με τα κοπελούθκια μας που αναγιώνουνται τωρά με τα Μακτόναλτς.

    Πάντως θυμούμαι οι γονιοί μου ποττέ δεν αγοράζαν σουσσιούκκο απο τα παναίρκα διότι, σύμφωνα με την σοφία τους, ήταν της 'ζάχαρης' και όι του 'σταφυλιού'. Τι να πώ δεν ξέρω, μαθαίνω να κάμνω σπίτι τωρά σουσσιούκκο τζαι αν δεν έβρω δουλειά σύντομα θώρω με να στύνω το δικό μου πάγκο στα παναίρκα χεχεχε

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Φίλε χαίρομαι υπάρχουν τζαι άλλοι που βλέπουν ότι βλέπω τζαί γω, πέρα που το περιτύλιγμα του παναιρκού! Εσσιεις δίκαιο που είπες για τα παιδικά χρόνια. Τα δύο άτομα που με επέρναν παναίρι που ήμουν ποσπορούι εν πλέον νεκρά. Ίσως το να πιέννω παναίρι συμβολίζει για μένα το "μνημόσυνο" τους,αλλά χωρίς το φοιτσιάρικο κομμάτι.

    Ο σσιουσσιούκος που έπια ήταν καλός.. Ζηλέφκω σε αφάνταστα που μαθαίνεις!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή