Τζιαμέ που περιμένεις το μάννα, έρκεται το κλάμα, τζιαι τζιαμέ που προετοιμάζεσαι για κλάμα, έρκεται το μάννα. Το μόνο που μεινίσκει τελικά εν να ζεις τζιαι να γελάς. Τζιαί το κλάμα του Θεού ένι.















































Δευτέρα 27 Σεπτεμβρίου 2010

Ο άδοξος σκίουρος

Εκάθουμουν σήμερα μες το δωμάτιο του ξενοδοχείου μου τζαί εν είχα τίποτε να κάμω. Ήταν πολλά νωρίς για τηλεόραση, πολλά νωρίς να πάω για πρόγευμα. Όπως ούλλα τα ξενοδοχεία, το κρεβάτι μου είσσιεν σκαμπό δίπλα του. Το σκαμπό είσσεν ένα συρτάρι τζαί μέσα, η συνήθης Βίβλος που έχουν κατά κανόνα ούλλα τα ξενοδοχεία. Λαλώ «Δε βαρίε?». Άνοιξα την. Στες μπροστινές σελίδες είσσιεν μερικές σελίδες με τίτλο (σε ελεύθερη μετάφραση που τα αγγλικά), Πού να βρείς βοήθεια σε περιόδους ανάγκης. Που κάτω είσσιεν κατηγορίες του τύπου θάνατος, θυμός, αρρώστια και λοιπά. Μερικές κατηγορίες εξαφνιάσαν με τζαί έθελα να τες θκεβάσω. Τζαί όταν εθκέβασα τα αποσπάσματα της Βίβλου δίπλα που την κάθε κατηγορία, εξαφνιάστηκα.

Εξαφνιάστηκα επειδή ένιωσα ανακούφιση,ενώ πραγματικά εν επίστεφκα ότι είχα κάτι να με απασχολεί.. Όταν εθκιέβασα τα αποσπάσματα κάτω που το προβληματισμός, εφύαν τα προβλήματα μου ή τουλάχιστον εν με επηρεάζαν που τζίντη στιγμή. Όταν εθκέβασα το να χρειάζεσαι γαλήνη τζαί μετά καθοδήγηση, τζαί μετά άμαν είσαι ανήσυχος, ένιωσα πιο καλά. Τα λόγια ήταν ποιητικά τζαί ο τόνος καθησυχαστικός. Ειλικρινή τζαί χωρίς φανφάρες. Όι κατ’ ανάγκη θεικά, ή μάλλον σίουρα όι θεικά. Απλά αληθινά. Μικρές αλήθκειες απλές, που τες παραπάνω φορές αγνοούμεν τες. Όπως ότι το σώμα μας εν πιο σημαντικό που τα ρούχα που φορούμε. Ότι όσο τζαί να αγχωνούμαστε να πετύχουμε, να ανεβούμε ψηλά, να έχουμε λεφτά, εν τέλει τούτα εν προσθέτουν ούτε μια μέρα στη ζωή μας. Είχα κάτι τζαί εν το έξερα? Έχουμε πάντα κάτι που απλά σπρώχνουμεν το σε μια γωνιά όποτε έχουμε ευκαιρία? Ακούουμε σαν την Κάρι που το Sex and the City?

Μπορεί να μεν πιστέφκω στο Θεό με την έννοια που το εννοεί η γιαγιά μου, αλλά εν τέλει νιώθω αγάπη προς ένα πράμα απροσδιόριστο. Νιώθω ότι έχω ρίζες που με ενώνουν με κάτι μεγαλύττερο που μένα, που όταν πεθάνω εγώ, τζαί όταν περάσουν εκατομμύρια χρόνια, τζίνο εν να εν τζιαμέ. Τούτο εν εν κακό, ούτε καλο. Εν τιμωρεί, ούτε έσσιει ένα οικόπεδο στον ουρανό που να το λαλούν παράδεισο. Εν καρτερά τη ψυχή μου, εν έχει γιο, ούτε φτερωτή παρέα. Εν μπαίνει μέσα σου τρώωντας ψωμί, ούτε πίνωντας κρασί. Εν τζιαμέ όμως. Όταν κάθεσαι στο πάρκο τζαί έρκεταί πάνω σου ο ήλιος, τζαί γυρών πετούν μουγιούθκια τζαί ακούεις τους σκίουρους τζαί ξέρεις ότι τζίνος ο κοτσσινολαίμης παρακολουθά σε ακόμα, εν τζιαμέ. Με τζίντο άρωμα της αιωνιότητας που εν θα γνωρίσεις ποττέ. Τζαί ήβρα το τζίνο στο οποίο πιστέφκω μες τη Βίβλο. Σε μερικά κομμάθκια, απείραχτα που επιτήδειους. Εννοείται πως εν μπορεί να με αγγίξει τίποτε που μιλά περί σωτηρίας του Ισραήλ, περί του λαού της Ιουδαίας , ή τζίνα που λαλούν αν αμαρτήσεις να ζητήσεις βοήθεια που το θεό τζαί τζίνος εν να σε συγχωρήσει ΑΝ το εννοείς. Τζίνο στο οποίο πιστέφκω εν πιο κοντά στην δική μου αλήθκεια. Τζαί ξέρω ότι εν το απασχολεί αν κάποιος 19χρονος που εν να περάσει σαν τη σκόνη που πάνω που το αιώνιο του παλάτι, σσιέρεται ή λυπάται ή θέλει βοήθεια ή νιώθει ευγνωμοσύνη ή θέλει να πει συγνώμη. Τούτα τα εντελώς αθρώπινα τζαί εφήμερα πράματα εν αδύνατο να αγγίξουν το θείο. Εν είμαι κάτι παραπάνω που το πουλλούι που με θωρεί ή που το φύλλο που έδιπλώθηκε που μέσα του τζαί έγινε καφέ σαν αρχαίος πάπυρος. Τζαί εν με κάμνει να νιώθω μικρός ή ασήμαντος ή απάνθρωπος. Κάμνει με να νιώθω ότι ανήκω. Ότι επροσγειώθηκα στο σωστό μέρος, μαζί με τα άλλα ζωντανά που έχουν ημερομηνία λήξης, που κανένας πατέρας εν ακούει τες ανησυχίες τους τζαί τες προσευχές τους.

Νιώθω εντάξει να υπηρετήσω το ρόλο μου ανώνυμα. Χωρίς κανένας Θεός να ξέρει το όνομα μου, χωρίς κανένας Θεός να ξέρει ότι είμαι ταμένος, τζαί να με κρατά που το σσιέρι, εμένα τζαί ακόμα μερικά εκατομμύρια αθρώπους. Αν τωρά οι αθρώποι παίρνουμε τους εαυτούς μας υπερβολικά σοβαρά, εν φταίει ο Θεός για να του χρεώσουμε τη σωτηρία, την ευτυχία τζαί τη δυστυχία μας. Έννοιαν που μας είσσιεν. Εμάς τα κουνουπούθκια που ήρταν τζαί θα φύουν όπως άλλα κουνουπούθκια πριν εκατομμύρια χρόνια. Τζαί η σκέψη τούτη φέφκει ένα μεγάλο βάρος που πάνω μου. Το χρέος προς κάτι αγνό που κάποτε μπορεί να του μοιάσω αλλά μετά που εν να πεθάνω. Το χρέος να πρέπει να ζυγίζω τον εαυτό μου καθημερινά τζαί να του βάλλω αστεράκι αν έκαμε κάτι καλό ή τέττε αν έκαμε κάτι κακό. Ευσυνείδητα αγαπώ τους ούλλους, χωρίς να έσσει θεό να με παρακολουθά που την νοητή του καμερούα, είμαι μέρος του ασήμαντου συνόλου τζαί νιώθω περήφανος, τιμημένος που ανήκω στην ομάδα του κοκκινολαίμη που με χάσκει, του φύλλου που έσσιει άλλο το ίδιο παραδίπλα. Εν θέλω κανένα παράδεισο, που εν ούλλοι καλοί. Θέλω αταξίες μερικές φορές, τζαί πάθος, τζαί γλυκά λάθη που σβήνουνται με μιαν αγγαλιά ή με μια σπάνια εξομολόγηση, εν θέλω να είμαι αιώνιος όταν πεθάνω τζαί μετά. Θέλω να νιώθω αιώνιος τωρά που είμαι ζωντανός. Όταν με φιλά μες το στόμα ο ήλιος τζαί υπόσχεται μου αθανασία αρέσκει μου, τζαί ας ξέρω ότι μου λαλεί ψέματα. Εν θέλω καμιάν αθανασία που εν έσσει ήλιο, τζαί θάλασσα τζαί φιλιά τζαί κλάμα τζαί ζήλια, τζαί σσίλλους τζαί βροσσίη τζαί δέντρα τζαί χαριτωμένους αμαρτωλούς σκίουρους που παίζουν χωρίς να τους κόφτει το αύριο, χωρίς να γράφουν τες άδοξες δόξες τους σε κίτρινους πάπυρους για τες επόμενες γενιές.

Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2010

Μικροί θεοί

Το να παρατηρώ τους αθρώπους εν που τες πολλά αγαπημένες μου ασχολίες. Νιώθω ότι έτσι εν παίρνω τίποτε δεδομένο, κανένας άθρωπος έννεν μηδενικό τζαί κατ' επέκταση ούτε εγώ. Όταν τα μμάθκια σου εν ανοιχτά, εν τζαί η ψυσσιή σου. Όταν η ψυσσιή σου εν ανοιχτή, αννίουν τα μμάθκια των άλλων σε σχέση με σένα.
Όταν ήμουν στο Βρετανικό Μουσείο, εγόρασα ένα βιβλίο με τα 250 πιο σημαντικά αντικείμενα που φιλοξενεί. Ένα που τζίνα ήταν ένα μπρούτζινο άγαλμα της θεότητας Ναταράντζα. Τούτη εν παραλλαγή της θεάς Σίβα, τζαί εν η θεά του χορού. Απεικονίζεται να χορέφκει τζαί στο ένα σσιέρι βαστά φωθκιά, ενώ στο άλλο τύμπανο. Συμβολίζει το τέλος ενός κοσμικού κύκλου τζαί την αρχή του επομένου. Η φωθκιά εν η καταστροφή τζαί το τύμπανο εν το κάλεσμα της νέας αρχής. Που την ώρα που είδα τούτο το άγαλμα, σκέφτουμε συνέχεια πως ούλλοι οι αθρώποι είμαστε λλίο σαν τη θεά Ναταράντζα. Έχουμε το τέλος τζαί την αρκή στα θκιό μας σσιέρκα. Ταυτόχρονα, σαν τζίνη έτσι τζαί μεις, φαινούμαστε να μεν το αντιλαμβανούμαστε. Χορέφκουμε τον χορό μας άνεννοιας. Στεκούμαστε τζιαμέ, μικροί θεοί με τα σσιέρκα απλωμένα, ούλλο δύναμη, τζαί χορέφκουμε. Όι εορταστικά, ούτε χαρούμενα, Εκστατικά. Τυφλωμένοι που το ένστικτο ότι εν πρέπει΄να κινούμαστε. Να δείξουμε ότι είμαστε ζωντανοί. Ότι έχουμε δυνατά πόθκια για μεγάλους χορούς. Αγνοώντας ότι η δύναμη εν στα σιέρκα μας.
Τα μμάθκια μου δαμέ στην Αγγλία θωρούν πράματα τζαί θάματα. Τα μμάθκια όι μόνο του προσώπου μου. Σήμερα μπροστά μου είσσιεν μια κυρία που εβαστούσε σφιχτά πάνω της τη louis vuitton. Μιάλην τζιόλας. Ακριβώς δίπλα της, ένας νεαρός άντρας, πιθανόν χτίστης, κρίνωντας που τα λερωμένα του ρούχα αν τζαί ακόμα ήταν 8-9 το πρωί. Εβαστουσε στα σσιέρκα του ένα βιβλίο του Κοέλο. Θκιό μικροί θεοί. Ο ένας εχόρεφκε άνεννοιας, τζαί ο άλλος υπολόγιζε τες δυνάμεις στα θκιο του σσίερκα. Ισοζύγιζε την αρκή τζαί το τέλος μες το μετρό.

Στο σταθμό του τρένου, εδιούσαν πάνω μου αγνώστοι, πας την φούρια τους να παν όπου εθέλαν. Έν με έκοφτε καθόλου. Εσκέφτουμουν πόσο ειρωνικό ένι, το σύμπαν να πλέκει το νήμα του για μας, να κανονίζει οι πορείες 2 αγνώστων να βρεθούν, μέσα που ούλλα τα εκατομύρια, το βήμα σου τζαί ενός άλλου αθρώπου να εν κανονισμένο να εν στο ίδιο σημείο, την ίδια ώρα, τζαί εμείς οι παλαβοί οι αθρώποι, ξένοιαστοι χορευτές, να απολογούμαστε που εδώκαμεν ο ένας πας στο άλλον τζαί να φέφκουμεν με ένα σόρι μισοειπωμένο στα σσείλη.

Σήμερα στην Ουαλλία, επερπατούσε μπροστά μου μια πιθανόν Ινδονήσια, αν οι γεωγραφικές μου εικεσίες εν σωστές. Εφορούσε ένα φούξια μαντήλι στο κεφάλι που έππεφτε ως την μέση της μπεζ μπούρκας που εφορούσε. Εφορούσε τζαί ένα μαύρο μαντήλι. Εφυσούσε τζαί τζίνη ήταν μπροστά μου. Ανεμίζαν τζαί τα τρία κομμάθκια πάνω της τζαί είσσιες την ψευδαίσθηση ότι επετούσε. Ότι ήταν πέταλο, τζαι εν να έφεφκε με τον αέρα όπως ήρτε. Εθωρούσα την ώσπου να χωρίσουν οι δρόμοι μας. Εν έθελα να είμαι απλά χορεφτής. Εϊχα μπροστά μου την αρκή τζαί εχάρηκα την ως το τέλος.

Στην επιστροφή που την Ουαλλία επερπατούσα μες το σταθμό του τρένου τζαί καμιά 200σια άτομα επηέναμε στην ίδια κατεύθυνση. Ούτε ένας στην αντίθετη. Εσκέφτουμουν πόσο αστείο εν να ήταν να γυρίσω χωρίς κανένα συγκεκριμένο λόγο τζαί να πάω "ενάντια στο ρεύμα". Σαν τες ταινίες να διώ πας τον κόσμο που με κοιτάζει παράξενα, αλλά να μεν με κόφτει γιατί εχώ είδα το φως το αληθινό ενώ τζίνοι εν πρόβατα. Αναλογίστηκα πόσο υπερεκτιμημένο ένι να το παίζεις επαναστάτης, διαφορετικός. Πόσο αφύσικο ένι να πιέννεις ενάντια στη φύση σου, που διατάσσει να είσαι κοινωνικός, να τερκάζεις για την ασφάλεια σου. Να θωρείς τες πράξεις των άλλων γιατί έτσι μαθαίνεις τζαί αντιγράφωντας τες, επιβιώνεις. Πόσο υπερτιμημένο ένι να πολεμάς ατέλειωτα το κάθε πρόβλημα. Να προσπαθείς να το ξεπεράσεις, αντι να το αφήκεις να περάσει.

Τζαί σκέφτουμε τη θεά Ναταράντζα, τζαί αναρωθκιούμε. Ως πότε οι αθρώποι, οι αδέξιοι τούτοι μικροί θεοί, εν να πολεμούν το γεγονός ότι η γέννησή των πάντων τζαί εν τέλει η καταστροφή τους, εν στα σσιέρκα τους, τζαί πότε εν να σταματήσει ο φαινομενικά ατέρμονος, αστείος χορός μας που εν μας αφήνει να πάμε μπροστά?

Σάββατο 18 Σεπτεμβρίου 2010

Αμίλητα Ακίνητα Αγάλματα

Βρίσκουμαι στο Λονδίνο. Στη Λόντρα του Καζαντζάκη. Δαμέ που αν δεν πατήσεις τον άλλο εν να σε πατήσουν. Δαμέ που λιώνουν οι πολιτισμοί τζαί γίνουνται ένα αλλά κανένας εν νιώθει ότι εν ομάδα με τον άλλο. Κατ' ακρίβειαν εν σχεδόν εχθροί. Απαγορεύεται να κοιτάζεις τον άλλο γιατί εν να παρεξηγηθεί. Εν πρέπει να κοιτάζεις τι κρατά ο άλλος, να τους χαμογελάσεις ή να τους πείς γειά. Ατε ένα hello τουλάχιστον. Δαμέ που τρών ώστι να σπάσουν ενώ στες μασκάλες τους έχουν περιοδικά με ... Hello! ? με beautiful people φυσικά..
Είμαι στην πόλη που εν τέρας που επαρεξέκληνε της πορείας της. Ούλλοι βουρούν, αγρίμια μες τους δρόμους τζαί όποιον πάρει ο χάρος. Βουρούν στες δουλειές τους. Παρεξενεύκουμε πως ερωτεύκουνται, πως κάμνουν οικογένειες, αφου ούλλοι θωρούν μπροστά τους μόνο. Εν κοιτάζουν ποτζί ποδά, εν φλερτάρουν, εν διούν καν σημασία στους άλλους. Πως γνωρίζουντε? Εμένα πως εν να με γνωρίσουν? Εν έσσιει κανένα να κοιτάξει μες τα μμάθκια μου? Να δεχτεί τη σημασία μου?
Μόνο κανένας σσίλος εν να κοιτάξει λλίο δεξιά αριστερά, να κόψει κίνηση, να κλέψει κανένα χάδι, που κανένα γέρο ή τουρίστα που εν ξέρει τους κανόνες. Τα αφεντικά εν να τραβήσουν το λουρί. Εν εν πρέπον να πηαίνει ο σσίλος σου σε ξένους. Εν το έμαθες? Έτσι κάμνουν στην Λόντρα. Ένα εκατομμύριο και κόσμος τζαί οι μόνοι που έχουν επαφή στο δρόμο εν οι σσίλλοι. Χιλιάδες χρόνια εξέλιξης για να καταλήξουμε ούλλοι ξένοι, εχθροί σε περίοδο ειρήνης με μια εύθραυστη σιωπή ανάμεσα μας.
Ούλλοι τζαί ούλλα αναλώσιμα. Που το σάντουιτς αυγό-μαγιονέζα, ως το ξαθθομάλλικο που του λαλεί η ανήλικη μάνα του Shut up mate! Ε ρε μέιτς, εκατάλαβα πως για να ζήσεις δαμέ τζαί όι απλά να επιβιώσεις. Για να έρτεις, να κάμεις τη δουλειά σου τζαι να μείνεις άθρωπος με την σημασία της λέξης, πρέπει να κάμεις τζίνο που λαλεί ο Καζαντζάκης μες το βιβλίο του. Να ζεις με την πίστη στην χαρούμενη τραγωδία να "τραγουδάς το Ναι , να τολμάς τη δυσαρμονία γιατί ποθεί(ς) την ομορφιά". Με τζίνους που "μισολέν το Όχι και τυλίγονται στη ζωούλα τους" είμαστε που δυο χωριά, όπως λαλεί ο Καζαντζάκης.
Είμαστε που θκιο χωρκά επειδή εγώ εν ζω έτσι. Εγώ γελώ δυνατά. Εγώ κλαίω τζαί θέλω ώμο να γύρω πάνω. Εγώ διώ τη θέση μους στους γέρους επειδή σέβουμαι τους τζαί όι επειδή πρέπει. Στο χωρκό μου δεχούμαστε τους άλλους επειδή εν αθρώποι ίδιοι με μας, όι απλά ίσοι με μας. Να μεν παρεξηγούμαι. Το χωρκό μου έννεν η Κύπρος. Το χωρκό μου είμαι εγώ. Ζώ μέσα μου τζαί αντιπροσωπεύω τον εαυτό μου. Η άσσιμη εικόνα της Κύπρου εν με εκφράζει τζαί εν είμαι εγώ. Επιλέγω να είμαι η Φανερωμένη το απόγευμα, η ανοιχτή αγορά, ο λαμπερός ήλιος, οι αθρώποι οι αγνοί. Στο χωρκό μου τρώμεν επειδή αρέσκει μας, όι επειδή πρέπει. Στο χωρκό μου σταματούμε να μας βράσει ο ήλιος τζαί χαμογελούμε στα μωρά. Στο χωρκό μου βοηθούμε τζαί έχουμε υπομονή. Όταν πρέπει έχουμεν επιμονή, τζαί όταν πρέπει τζαι ανοχή. Στο χωρκό μου εν παίζουμε έναν ατέλειωτο παιχνίδι Αμίλητα Ακίνητα Αγάλματα μες το μετρό. Μιλούμε, τζαί αν δεν μιλούμε, κοιτάζουμε τζαί σκεφτούμαστε. Εν αφήνουμε το ipod να υπάρχει για μας, να κάμνει θόρυβο για μας, να μας κρατά παρέα. Μιλούμε, κατσιαρίζουμε τζαι αν χρειαστεί κρατούμε παρέα του εαυτού μας. Αφήνουμε τους άλλους να μας εντυπωσιάσουν με την αθρωπιά τους, θαυμάζουμε την ομορφιά σε κάποιον αντί να σσιερούμαστε για την ομοιομορφία του με τον δίπλα.
Στο χωρκό μου χαρίζουμε χαμόγελα, επειδή εν φτηνά, ας έν τζαι στα κρυφά. Στο χωρκό μου είμαστε ευγενικοί γιατί αξίζει του άλλου, τζαί όι για να μεν τον κάμουμε να μας ξιτιμάσει. Στο χωρκό μου αγαπούμε τον άλλο γιατί ξέρουμε ότι μερικές φορές η ζωή φαίνεται υπερβολικά ατέλιωτη για να τη ζήσουμε μόνοι μας. Στο χωρκό μου εν τρώμε πλαστικό φαί, ενώ διούμε σημασία στα πιο ασήμαντα πράματα. Στο τέλος της μέρας αντιλαμβανούμαστε ότι τα 5 λεπτά που εφάμεν να θωρούμε τζιντο σύννεφο εν πιο σημαντικά που το να τα εξοδέφκαμε να βουρούμε προς τον προορισμό μας επειδή το σύννεφο τζίνο εν θα ξανα-υπάρξει. Εν τέλει ούλλα όσα ήταν γυρώ σου εν να εξαφανιστούν, αλλά τα σύννεφα εν να εν τζιαμέ. Ποιά εν η καλλίτερη επένδυση καλό?Στο χωρκό μου "η μεγάλη αγάπη αντέχει, μπορεί να σηκώνει τα πάντα" τζαί ο θόρυβος του underground εν εν αρκετός για να σιωπήσει τες καρδίες μας που χτυπούν. Στο χωρκό μου, τα Αμίλητα Ακίνητα Αγάλματα, εν εν καθόλου αμίλητα, καθόλου ακίνητα τζαί καθόλου αγάλματα.

Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2010

Τα 10 που αρκήσαν

Τα 10 μου αρκήσαν, επειδή, έθελα να τα σκεφτώ καλά, τζαί το ότι εν με ερώτησε κάποιος συγκεκριμένα, "εφόρτωσε" με με το βάρος του ότι γράφω τα κυρίως για μένα, άρα πρέπει να είμαι απόλυτα ειλικρινής. Κάποιος μπορεί να πει, αφού εν για σένα ήντα τα γράφεις στο μπλογκ? Γράφω τα δαμέ επειδή εγώ εντυπωσιάστηκα που τα όσα εθκέβασα που άλλους μπλόγκερς. Μπλογκς που εν εθκέβαζα επειδή εν με ετραβούσαν αρκετά, είδα τα με άλλο μάτι τζαί πλέον είμαι φαν τους τζαι των αθρώπων που τα γράφουν. Επίσης έμαθα πως η μπλογκόσφαιρα εν σαν μια οικογένεια, χτισμένη στες σκέψεις τζαι τα συναισθήματα, στην έκφραση τους τζαί κατ' επέκταση στην ειλικρίνεια τζαι στην εμπιστοσύνη. Εν μια ιδιόρρυθμη οικογένεια, αλλά μοναδική με τη κυριολεχτική σημασία της λέξης.
Θέλω με τον τζαιρό να μπώ στην οικογένεια(ακούετε σαν ατάκα που το Godfather?) με την αξία τζαί το κόπο που θα βάλλω, αλλά τζαί με την εμπιστοσύνη που είμαι διαθετημένος να δείξω σε όσους θκεβάζω τζαί με σεβασμό τζαί αγάπη σε όσους με θκεβάζουν. Τα ποστς ήταν το πρώτο βήμα. Τούτο εν το δεύτερο.

1.Αγαπώ τον ουρανό που εν γνωστός ως vanilla sky. Πορτοκαλο-κοκκινο-ασπρος με πασσιά σύννεφα.

2.Αγαπώ τες μέρες που φυσά πάρα πολλά. Νιώθω ότι ζω σε έναν σουρεαλιστικό, παράλληλο κόσμο.

3.Το ανεπιτήδευτα καλό φαγητό.

4. Τα πάντα που αφορούν τον σσίλο μου.

5.Τα δέντρα τζαί τον ήλιο.

6.Το αθρώπινο σώμα, όι βιολογικά, αλλά νοητικά/ποιητικά, αλλά τζαί σεξουαλικά.

7.Την ποίηση, που εν αληθινή όι φτιαγμένη για να εντυπωσιάσει.

8.Το να γνωρίζω αθρώπους που με κάμνουν να θυμούμαι γιατί αγαπώ την αθρώπινη φύση τόσο πολλά.

9.Το δυνατό γέλιο που σε κάμνει να πονείς την τζιλλιά τζαί το στόμα σου τζαί να τρέχουν τα μμάθκια σου.

10.Το κλάμμα ευτυχίας, το κλάμα-κάθαρση.

Παρασκευή 10 Σεπτεμβρίου 2010

Ηλικία μάλαμα

Ένα ποίημα του Τζιεράρντ Μάνλι Χόπκινς, λαλεί (σε ελεύθερη πάντα μετάφραση) πως όσο η καρδιά μεγαλώνει, έρχεται αντιμέτωπη με θεάματα πιο ψυχρά.

Έχτες επήαμε να επισκευτούμε την αρτηριοσκληρωμένη γιαγιά μιας φίλης. Είχαμε τα γνωστά "ποιος είσαι"επί 100 φορές. Επίσης το συνηθισμένο πλέον "είμαι 14 χρονών", και το τραγικό "Άμμα, άμμα!" κοιτάζοντας την πόρτα τζαί καρτερώντας τη μάνα που επέθανε πριν 30 χρόνια. Κάποια φάση ήρτε η αρφή της με τον άντρα της να φέρουν φαή. Ο άντρας γέρος τζαί τζίνος επήε να περιπαίξει. Ποιά εν τούτη ρα Ν.? δείχνοντας την φίλη μου, την εγγονή της. Κατα τη διάρκεια που το ελαλούσε, έτρεξε λλίο σάλιο ανεπαίσθητα που το στόμα του στο πάτωμα. Το σάλιο απαρέμεινε τζιαμέ καθόλη τη διάρκεια της επίσκεψης μας. Το σπίτι ήταν γεμάτο φύλλα μέσα, αζαγιές, εμύριζε 3ην ηλικία. Ο άντρας της Ν. εκοίταζε το κενό χαμένος στες σκέψεις του, προσπαθώντας να έβρει λλίη λογική μες το θέατρο του παραλόγου που τον έβαλλε να ζεί καθημερινά η γενέκα του, όπου εν 14 χρονών, αλλά παντρεμένη με μωρά, όπου οι γονιοί τους ζουν, αλλά έχουν τζαί δισέγγονα, όπου νεκροί συγγενείς μόλις εφύαν που την πίσκεψη τους τζιαμέ, όπου ημερομηνίες, μέρη, αθρώποι σμίουνται, ενώ τζίνος ακόμα έσσιει τα λογικά του τζαί προσπαθεί να κρατηθεί που τα λλία σταθερά πράματα. Αχρείαστες ημερομηνίες, όπως πότε έππεσε το γιοφύρι της Δευτεράς, ή πιόν ήταν το πρώτο του αυτοκίνητο.

Βρίσκω παράξενο πως τζίνοι οι αθρώποι κάποτε ήταν νέοι σαν εμένα, που τζαί τζίνοι εθεωρούσαν παράξενο να τρέχουν τα σάλια που το στόμα των γέρων τζαί να μεν το καταλάβουν, πως κάποτε εβουρούσαν, εκάμναν πάλη, σεξ, ενώ τωρά περπατούν αργά αργά σαν πορσελάνινες κούκλες σαμπώς τζαί εν να σπάσουν. Τωρά που εν γέροι πως νιώθουν? Ο 19ος μέσα τους λαλεί τους πως τζίνα που κάμνουν εν γεροντίστικα? Έχουν αντίληψη της ηλικίας τους, οξά ο τζαιρός εν όπως το αναλγητικό τζαί απλά εν καταλάβουν την αλλαγή. Ξέρουν πως άμαν τρων έχουν φαγιά κολλημένα πας τα σσίλη τους? Ξέρουν ότι μυρίζουν? Εγώ εν να ξέρω?

Πάλε, αρέσκει μου η ηλικία τζίνη. Ειδικά άμαν νιώθουν νέοι. Άμαν παν στες συνεστιάσεις του κατεχόμενου χωρκού τους τζαί χορέφκουν, άμαν πίννουν το κρασούι τους τζαί γυαλίζουν τα μμάθκια τους. Άμαν λαλούν ανέκδοτα. Άμσν μες το δρόμο σαν οδηγούν, ρωτούν σε αν μπορούν να περάσουν μπροστά σου σαν εν κλειστό το παράθυρο του αυροκινήτου. Τζαί όταν τους αφήκεις λαλούν εκατό φορές ευχαριστώ. Θκιεβάζεις εκατό φορές ευχαριστώ στα σσίλη τους. Τζαί ακόμα, πιο μετά που ξιάννουν τον δείχτη τους αναμμένο, να δείχνει αριστερά, τζαί τζίνοι παν αχάπαροι δεξιά.

Πολλοί, όπως συμβαίνει τζιαί με ούλλες τες ηλικίες χάνουν τον εαυτό τους. Στα 10 τους χάνουνται επειδή θέλουν να μοιάσουν στους άλλους, στα 17 επειδή θέλουν να διαφέρουν, στα 20 επειδή οδηγούν πολλά γλίορα τζαί ήπιαν, στα 30 επειδή απογοητέφκουνται που τη ζωή, στα 40 γιατί ασπρίζουν τα μαλλιά, στα 60 γιατί αποκαλούνται γέροι. Ο γέρος καταλάβει ότι εχαράμισε τη ζωή του. Επαντρέφτηκε πολλά μιτσής, εν εχάρηκε τη ζωή του. Τα κοπελλούθκια ήρταν πολλά γλίορα, τζαί ο ίδιος μωρό ήταν. Επίεν στη δούλεψη νωρίς τζαί έκαμε ότι του είπεν ο τζίρης του. Η γυναίκα μεινίσκει μόνη της, ξιτιμάζει το γέρο τζαί τη Κινέζα που του τα τρώει. Θεωρεί το άδικο, αλλά άμαν κοιτάζει στον καθρέφτη, καταλάβει. Έδωκε τα ούλλα στην οικογένεια της. Τωρά επάσσινε, έσσιει τρίσσιες, μουστάτζι, κώλους, τζιλιά. Εθυσίασε τη θυληκότητα της, τη ζωή της ούλλη. Ξέρει γιατί έφυε. "Εν είμαστεν εμείς για ομορκιές" σκέφτεται. Μετά τα 60 σταματάς να είσαι γενέκα? Τουλάχιστον ο Μάκης εσπούδασε στο καλλίτερο σκολείο.,..Στα 70 χάνουνται επειδή ξιάννουν...εν ξιάννω, είμαι 14, τώρα να έρτει η μάνα μου να σου θυμώσει.. άτε εν να πάω σκολείο τζιαμέ στη Χώρα. εν να με πάρει ο γιος μου ο....ο....τζίνος.
Αλλά άλλοι παλέφκουν το. Διούν ζωή στα χρόνια τους τζαί γίνουνται αθάνατη. Χαρίζουν ελευθερία στα κοπελλούθκια τους τζαί αυτόματα ελευθερώνουνται τζαί οι ίδιοι. Βρίσκουν τρόπους να κάμνουν σεξ χωρίς να πονούν τα κόκκαλα τους. Παν σε εστιατόρια, εκδρομές, μοιράζουνται το ίδιο κρεβάτι τζαί ας ροχαλίζει η γριά, ας την κλωτσά ο γέρος μες τον ύπνο του. Αφήνουν τον ρόλο του δασκάλου για τα εγγόνια τους, τζαί γίνουνται συνένοχοι στο παιχνίδι, ενώ εν ώρα του θκεβάσματος. Όπως τζαί όταν ήταν νέοι έτσι τζαί τωρά ζουν τη ζωή με πάθος. Οι άλλοι γέροι που τωρά χάνουνται, πάντα εχάνουνταν. Μες τες εμμονές του τί ΠΡΕΠΕΙ να γίνει, του τι κάμνουν οι άλλοι. Ακόμα τζαί όταν ήταν 10, 17,20,30,40,60.

Το ποίημα του Χόπκινς λαλεί πως όσο η καρδιά μεγαλώνει, έρκεται αντιμέτωπη με θεάματα πιο ψυχρά. Εν να το αλλάξω τζαι εν να πω πως όσο η καρδιά έρχεται αντιμέτωπη με πράματα πιο ψυχρά, τόσο περισσότερο πρέπει να μεγαλώνει.
Τζαί η καρδιές των γέρων μας είδαν πολέμους, ξεριζωμό, φτώσσια, εμπαιγμό, απατεωνιές, προδωσίες. Γι' αυτόν η καρδιές τους εν τόσο μεγάλες. Γι' αυτό, η καρδιές τους εν μάλαμα.

Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου 2010

Η Barbie με γρίπη.

Η Μπάρμπι είναι περίπου 50 χρονών. Αντί να γεράσει, έσσιει κλωνοποιηθεί, παστίνει, έσσιει αλλάξει χρώμα τζαί ιδιότητες. Εξεκίνησε σαν καλή νοικοκυρά, κυρία στο σαλόνι, κυρία και στο κρεβάτι. Με τα χρόνια που επερνούσαν τζαί τη χειραφέτιση των γυναικών, η Μπάρμπι αναγκάστηκε να φκεί που το καβούκκιν της. Ο καπιταλισμός την εχρειάζετουν. Εφκίκεν η στην δούλεψη. Μερικά χρόνια μετά, τζαί εν θέμα αν στις 100 Μπάρμπι που θα δεις σε ένα κατάστημα οι 2 έχουν δουλειά. Οι υπόλοιπες εν ακόμα πριγκίπισσες, άνεργες (στιλάτες άνεργες), μοντέλα που κρυφά κάμνουν κοκα'ί'νη τζαί αυτοκαταστρέφουνται με γερές δόσεις σαμπάνιας. Τζίνες που έχουν δουλειά, εν κάτι εντυπωσιακό σαν αστροναύτης τζαί πιλότος(ποτέ υπάλληλος σε εταιρία, καθαρίστρια ή γραμματέας), εν βρίσκουνται στην ζήτηση, γιατί τα ρούχα τους εν έχουν στρασάκια, εν βαστούν τσέντα τζαι τα μαλλιά τους πρέπει να βρίσκουνται σε κότσο εν ώρα εργασίας. Επίσης υπάρχει ο κίνδυνος να τες παρενοχλήσει σεξουαλικά το αφεντικό.
Σχεδόν 50 χρόνια μετά τζαί οι αναλογίες της Μπάρμπι, έδειξαν έρευνες ειδικών, εν πλέον απραγματοποιήτες. Δηλαδή αν κάποια επιχειρήσει να φτάσει ποττέ την αναλογία μέσης-δαχτυλίδι, βυζιά-αερόσακκοι, τζαί πόθκια-καμηλοπάρδαλης της Μπάρμπι, ή δε θα το καταφέρει Ποτέ ή θα πεθάνει στη διαδιακασία. Ούτε με εγχείρηση μπορεί να επιτευχθεί, γιατί θα εν αδύνατο να περπατήσει τζαί να ζεί μια φυσιολογική ζωή.
Φυσικά η Μπάρμπι εν ζει μια φυσιολογική ζωή. Εν έσσιει εθισμό στη σοκολάτα, ούτε μπορεί να πάθει επίθεση πανικού. Εν μπορεί να πασσίνει, τζαί εν θωρεί περίοδο, άρα εν εν ποττέ θυμωμένη. Μωρά εν μπορεί να κάμει, αλλά μπορεί να υιοθετήσει με ευκολία, τζαί χωρίς γραφειοκρατία, μωρά που της μοιάζουν. Εν έσσιει άντρα πλέον, άρα ούτε πεθερά άρα μπορεί να εν single mom. Έσσιει μια μαύρη φίλη για λόγους πολιτικής ορθότητας σε έναν κόσμο που εν ούλλο άσπρες. Άντρες ούτε για δείγμα. Ο δίμετρος Κεν με τους κοιλιακούς, το αετίσιο βλέμμα τζαί το τετράγωνο πρόσωπο, έφυε με τον καθαριστή της πισίνας τζαί κυκλοφορεί με το όνομα Κέντρα. Η Μπάρμπι εν παθαίνει γρίπη τζαί εν θωρεί τηλεόραση. Αν υπήρχε, κανένας εν θα εμπορούσε να επικοινωνήσει μαζί της, γιατί
α)εν επήε ποττέ σχολείο, άρα εν αγράμματη
β)εν εθκέβασε ποττέ βιβλία
γ)εν είχε ποττέ φίλες άρα εν αντικοινωνική
δ)αν υπολογίσουμε ότι ο Κεν εξαφανίστηκε που τον κόσμο της πριν 10 χρόνια, έσσιει 10 χρόνια να το κάμει, άρα εν αδύνατο να την πλησιάσεις γιατί κολλά σε οτιδήποτε αρσενικό εντός 2 μιλίων.
ε)εν ξέρει τι εν η αγάπη γιατί ποττέ κάποιος άνω τον 7 εν την αγάπησε πραγματικά, άσε που της εφκάλαν ούλλα τα μαλλιά, χτένισε χτένισε
ζ)εβιάσαν την μικρά αγοράκια ανα τον κόσμο, σηκώνοντας την φούστα τζαί φκάλλωντας τα βυζιά της έξω.
η)εν έσσιει οικογένεια άρα εν ξέρει τι εν η αγάπη
θ)εν εκυκλοφόρησε ποττέ στον κόσμο έξω που τον δικό της, άρα εν ξέρει πως εν η ζωή που ζεις εσύ τζαί γω.
ι)εν έσσιει ίντερνετ ΚΑΙ ΚΥΡΙΩΣ φέισμπουκ άρα δεν υπάρχει κοινωνική ζωή.
κ)εν έσσιει γνώσεις άρα ούτε άποψη άρα ούτε χαραχτήρα
λ)εν θα γνωρίσει ποττέ τον υπέροχο κόσμο του οργασμού.
μ)εν θα μπορέσει ποττέ να κλαψει με πραγματικά δάκρυα ούτε να πονήσει την τζιλιά της που
το πολύ γέλιο.
ν)εν ξέρει να χρησιμοποιά το χρήμα
ξ)στον κόσμο της ούλλα τζαί ούλλη έχουν μιαν τιμή ενώ στον δικό μας παλέφκουμεν το ακόμα.
ο)αν υπήρχε απλά εν να πεθάνισκε σε μια γωνιά, μέσα στο ροζ φορεματάκι της, κρατώντας σφιχτά την ασορτί τσέντα που μέσα έσσιει μόνο ένα λίπγκλος, γιατί στον πραγματικό κόσμο, που ο κόσμος γελά, πάει τουαλέτα, νευριάζει, καρτερά τες διακοπές, γεννά, πεθανίσκει, η Μπάρμπι εν μπορεί να εν τίποτε παρά μια κούκλα στο κουτί.